ψηφοθέτης

ψηφοθέτης
ο создатель мозаики, мозаичных рисунков, моза(ич)йст

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "ψηφοθέτης" в других словарях:

  • ψηφοθέτης — maker of tessellated pavements masc nom sg ψηφοθετέω maker of tessellated pavements imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψηφοθέτης — ο, ΝΜΑ ψηφιδογράφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ψήφος + θέτης (< τίθημι), πρβλ. ὁρο θέτης] …   Dictionary of Greek

  • ψηφοθέτης — ο αυτός που κατασκευάζει ψηφοθετήματα, ψηφιδωτά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ψηφοθέταις — ψηφοθέτης maker of tessellated pavements masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ψήφος — η / ψῆφος, ΝΜΑ, και ψήφος, ο, Ν, και δωρ. τ. ψᾱφος Α καθένα από τα λίθινα κατά την αρχαιότητα ή μολύβδινα κατά τους νεώτερους χρόνους σφαιρίδια τα οποία έριχναν σε ειδική κάλπη οι μετέχοντες σε ψηφοφορία (α. «πήρε πέντε χιλιάδες ψήφους» β. «τῶν… …   Dictionary of Greek

  • ψηφοθεσία — ἡ, Α [ψηφοθέτης] ψηφοθέτηση …   Dictionary of Greek

  • ψηφοθετώ — ψηφοθετῶ, έω, ΝΜΑ [ψηφοθέτης] κατασκευάζω ψηφιδωτό …   Dictionary of Greek

  • ψηφοθετώ — και ψηφοθετάω κατασκευάζω ψηφοθετήματα, είμαι ψηφοθέτης …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»